bívio - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

bívio - translation to ρωσικά

Bivio (Suíça)

bívio m      
перекрёсток (двух дорог), распутье
bívio      
перекресток (двух дорог), распутье

Ορισμός

bívio
sm (lat biviu)
1 Lugar onde se juntam dois caminhos.
2 Caminho que, dividindo-se, vai dar a pontos diferentes.
3 Zool Denominação de certas regiões do corpo dos equinodermos; nos holoturóides, examinados em seção transversal, a porção dorsal do corpo, a qual contém dois canais radiais.

Βικιπαίδεια

Bivio

Bivio foi uma comuna da Suíça, no Cantão Grisões, com cerca de 227 habitantes. Estendia-se por uma área de 76,70 km², de densidade populacional de 3 hab/km². Confinava com as seguintes comunas: Avers, Bever, Marmorera, Mulegns, Sils im Engadin/Segl, Silvaplana, Soglio, Stampa, Sur.

As línguas oficiais nesta comuna eram o alemão, o italiano e o romanche.